Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2021

 

Ο απόλυτος εξευτελισμός του Συντάγματος

από Φίλοι του Analyst4 Οκτωβρίου 2021

.

Η δημοκρατία δεν είναι συνταγή θεσμική, είναι κοινωνικό κατόρθωμα: Δεν αρκεί ένα Σύνταγμα, που συντάχθηκε με τη λογική της δημοκρατίας και με τη γλώσσα – ορολογία της δημοκρατίας, για να υπάρξει, ένσαρκο στην πράξη, το θεσμικό κατόρθωμα της δημοκρατίας. Αυτός είναι ο λόγος που το Σύνταγμά μας των Νεοελλήνων ορίζει στο ακροτελεύτιο άρθρο του: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται, με κάθε μέσο, εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία». Στο σημείο αυτό (στο άκουσμα του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος) είναι αναπότρεπτο να γελάει ο πολίτης. Ολοι σκεπτόμαστε το ίδιο ερώτημα: ποιον κοροϊδεύει το Σύνταγμα; Οταν ο πρωθυπουργός διορίζει, απολύτως ανεξέλεγκτος, τους Προέδρους της Δημοκρατίας, της Βουλής, των Ανώτατων Δικαστηρίων, την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, ποια περιθώρια «αντίστασης», δηλαδή υπακοής στο Σύνταγμα, απομένουν στον πολίτη; Πώς είναι δυνατό να ονομάζεται «δημοκρατία» ένα πολίτευμα απόλυτης μοναρχίας, με τους πολίτες παθητικούς θεατές της αυθαιρεσίας – παντοδυναμίας του πρωθυπουργού;

.

Ξένη Δημοσίευση

Προνομιούχοι στο κάτεργο

– του Χ. Γιανναρά

Από τότε που η λέξη Ελλάδα σηματοδοτεί κράτος, όχι πολιτισμό, ο εγχώριος πολιτικός λόγος είναι μονόλογος της εξουσίας. Κομπασμοί και αυταρέσκεια του κόμματος που κέρδισε τις εκλογές, αμυντικές μυθοπλασίες εντυπωσιασμού η αντιπολίτευση. Όσο πιο μικρονοϊκές οι στελεχώσεις των κομμάτων, τόσο η σπουδαιοφάνεια πλεονάζει, καμουφλαρισμένη με κενολογία διακηρύξεων, πομφόλυγες επαγγελιών.

Διακόσια χρόνια τώρα, κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, μιλάνε την ίδια, ανάλλαχτη, ναρκισσιστική και α-νόητη γλώσσα, που τρέφει την αντιδικία σαν αυτοσκοπό. Με τα χρόνια, η α-νοησία έχει φτάσει στο ζενίθ – πολιτικοί και πολίτες, άρχοντες και αρχόμενοι, γνωρίζουμε όλοι ότι τη χώρα μας την κυβερνάνε τα στρατηγεία των δανειστών μας, όμως αυτό το κατάντημα δεν το συζητάμε, τα αντανακλαστικά αντίδρασης στον διασυρμό έχουν νεκρωθεί.

Δεν συζητάμε. Ούτε καν διαμαρτυρόμαστε. Απεργούμε, διαδηλώνουμε, νεκρώνουμε κάθε τόσο δρόμους και πλατείες, γνωρίζοντας ότι καμιά έκρηξη της οργής ή του απελπισμού μας δεν μπορεί να αλλάξει τη μοίρα μας. Και μοίρα μας, δύο αιώνες τώρα, είναι η ατολμία, ο συμβιβασμός, ο ραγιαδισμός.

Αδιέξοδο στον συλλογικό μας βίο συνιστά η εισαγόμενη παγίδευσή μας σε καλοστημένες ψευδαισθήσεις. Νομίζουμε (ή προφασιζόμαστε) ότι διαθέτουμε κοινοβουλευτισμό, επειδή με τις εκλογές «μεταλλάσσομεν τυράννους» (Παπαδιαμάντης, ήδη το 1892!). Κοροϊδευόμαστε ότι έχουμε «δημοκρατία», όταν ο πρωθυπουργός διορίζει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρόεδρο της Βουλής, τους Προέδρους των Ανώτατων Δικαστηρίων, τους Αρχηγούς των Ενόπλων Δυνάμεων – κάθε αρχή και εξουσία στη χώρα, διορισμένη.

Βαυκαλιζόμαστε ότι έχουμε κράτος υπηρετικό της κοινωνίας, όταν η συντριπτική πλειονότητα των Δημόσιων Λειτουργών είναι διορισμένοι με κομματικό ρουσφέτι, η αδικία στον καθορισμό του ύψους των συντάξεων είναι ένας παγιωμένος παραλογισμός και οι εργολήπτες δημόσιων έργων η πάμπλουτη μειονότητα μιας κατ’ εξακολούθησιν πτωχευμένης και παρανοϊκά υπερχρεωμένης χώρας. Αναρίθμητα τα θεσμοποιημένα τεχνάσματα, με τα οποία η ελλαδική κοινωνία έχει μεθοδικά μετασχηματιστεί σε κλασικό μόρφωμα τριτοκοσμικής ανισότητας δικαιωμάτων, ενώ ταυτόχρονα (για λόγους αδιάντροπης ψηφοθηρίας) κάθε σχεδόν κεφαλοχώρι έχει προικοδοτηθεί με νεόκοπες, κωμικής ευτέλειας «πανεπιστημιακές» σχολές, προγραμματικά αναξιολόγητες.

Από καιρό σε καιρό, σε στήλες εφημερίδων και σπάνια από τηλεοπτικό κανάλι, κάποιες φωνές τολμούν διαμαρτυρία: Η δημοκρατία δεν είναι συνταγή θεσμική, είναι κοινωνικό κατόρθωμα: Δεν αρκεί ένα Σύνταγμα, που συντάχθηκε με τη λογική της δημοκρατίας και με τη γλώσσα – ορολογία της δημοκρατίας, για να υπάρξει, ένσαρκο στην πράξη, το θεσμικό κατόρθωμα της δημοκρατίας.

Αυτός είναι ο λόγος που το Σύνταγμά μας των Νεοελλήνων ορίζει στο ακροτελεύτιο άρθρο του: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται, με κάθε μέσο, εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».

Στο σημείο αυτό (στο άκουσμα του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος) είναι αναπότρεπτο να γελάει ο πολίτης. Ολοι σκεπτόμαστε το ίδιο ερώτημα: ποιον κοροϊδεύει το Σύνταγμα; Οταν ο πρωθυπουργός διορίζει, απολύτως ανεξέλεγκτος, τους Προέδρους της Δημοκρατίας, της Βουλής, των Ανώτατων Δικαστηρίων, την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, ποια περιθώρια «αντίστασης», δηλαδή υπακοής στο Σύνταγμα, απομένουν στον πολίτη; Πώς είναι δυνατό να ονομάζεται «δημοκρατία» ένα πολίτευμα απόλυτης μοναρχίας, με τους πολίτες παθητικούς θεατές της αυθαιρεσίας – παντοδυναμίας του πρωθυπουργού;

Σήμερα, καθεστώτα δικτατορίας, ανεξέλεγκτης μοναρχίας, υπάρχουν όχι πια συνδεδεμένα με μικρονοϊκά απομεινάρια ολοκληρωτικών ιδεολογημάτων. Η αυθαιρεσία της εξουσίας εξασφαλίζεται συνδεδεμένη με τον ατομοκεντρισμό του μοντέλου της «δημοκρατίας»: την ταύτιση της ελευθερίας με την κατασφάλιση όχι της κοινωνίας των σχέσεων, αλλά με τη θωράκιση των «ατομικών δικαιωμάτων».

Οταν η ελευθερία – δημοκρατία μετατεθεί έξω από το πεδίο της προσωπικής ευθύνης, έξω από την αμεσότητα των σχέσεων που συγκροτούν την κοινότητα ή την πόλιν, όταν, δηλαδή, η ελευθερία – δημοκρατία γίνουν ατομικό δικαίωμα και όχι αυθυπερβατικό κατόρθωμα σχέσεων κοινωνίας, η εξουσία είναι οπωσδήποτε ανελευθερία – τυραννία.

Είναι τουλάχιστον αφορμή μειονεξίας και ντροπής, να σε λογαριάζει η Ιστορία γεννήτορα της πόλεως – πολιτισμού – δημοκρατίας, και συ, ο προνομιούχος της Ιστορίας, να δουλεύεις, δυο αιώνες τώρα, στο κάτεργο της εξάρτησης, αλλοτρίωσης, κακομοιριάς.

Έχουμε φτάσει πια σε σημείο να περιθωριοποιούνται, να λοιδορούνται και να διώκονται συνάνθρωποι μας που απλά φοβούνται τις παρενέργειες του εμβολίου, γνωστές και άγνωστες - ή έχουν υποκείμενα νοσήματα που δεν το επιτρέπουν. Επί πλέον, έχει τεθεί δυστυχώς σε λειτουργία ο κοινωνικός αυτοματισμός – με τους εμβολιασμένους να κατηγορούν τους ανεμβολίαστους ρατσιστικά ως γραφικούς, χαμηλού μορφωτικού...

Για εμάς η Ευρώπη εκτείνεται από την Πορτογαλία έως τα Ουράλια, καθώς επίσης από την Αρκτική έως την Κύπρο και τα Κανάρια νησιά – ενώ είμαστε υπέρ μίας Ευρώπης των Πολιτών της, του πολιτισμού και των αξιών της, της εθνικής, της τροφικής και της ενεργειακής της ασφάλειας.

Ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν ήταν η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, ακόμη και εάν δεν είχε  μία διαχρονικά ανεπαρκή, ανίκανη, καθώς επίσης διεφθαρμένη πολιτική, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις σημερινές συνθήκες στην παγκοσμιοποίηση - ούτε στη μικρογραφία της, την ΕΕ, με τη βιομηχανία της αποψιλωμένη και με την ξεπερασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις της...


 

Η ΕΕ σε πορεία διάλυσης (Σλοβενική προεδρία)

από Βασίλης Βιλιάρδος4 Νοεμβρίου 2021

.

Για εμάς η Ευρώπη εκτείνεται από την Πορτογαλία έως τα Ουράλια, καθώς επίσης από την Αρκτική έως την Κύπρο και τα Κανάρια νησιά – ενώ είμαστε υπέρ μίας Ευρώπης των Πολιτών της, του πολιτισμού και των αξιών της, της εθνικής, της τροφικής και της ενεργειακής της ασφάλειας.

.

Κοινοβουλευτική Εργασία

Κατ’ αρχήν θα θέλαμε να σας καλωσορίσουμε εκ μέρους της ΕΛ στο Κοινοβούλιο – επίσης, να σας ευχηθούμε καλή επιτυχία, στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα της Σλοβενικής προεδρίας.

Τοποθετούμενοι τώρα γενικά, θεωρούμε πως η ΕΕ έχει αρκετά προβλήματα για να επιλύσει που δυστυχώς αυξάνονται, αντί να μειώνονται – ενώ απαιτούν άμεσες και ρεαλιστικές λύσεις, χωρίς τα μεγάλα λόγια του παρελθόντος που αποδείχθηκαν στην πράξη ανούσια. 

Αναφερόμαστε κυρίως στα θέματα της οικονομικής σύγκλισης, ειδικά μετά τις τελευταίες επιβαρυντικές εξελίξεις της πανδημίας, στις αυξήσεις των τιμών διεθνώς, στην ενεργειακή ανασφάλεια και στην ακρίβεια.

Επί πλέον, στις αδυναμίες της εφοδιαστικής αλυσίδας, στην αναδιάταξη των διεθνών αλυσίδων παραγωγής, στο δημοκρατικό έλλειμα λόγω της λήψης αποφάσεων από μη εκλεγμένους θεσμούς και επιτροπές, στον έλεγχο των ΜΜΕ και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης με στόχο τη χειραγώγηση των Πολιτών, στους φορολογικούς παραδείσους στο εσωτερικό της ΕΕ, καθώς επίσης στο μεταναστευτικό.

Βέβαια, διαπιστώνεται μία προσπάθεια διεθνώς να τοποθετηθούν όλα αυτά κάτω υπό την ομπρέλα της κλιματικής αλλαγής ή/και της πανδημίας – με την έννοια πως πρόκειται για παγκόσμια προβλήματα που υποτίθεται πως απαιτούν μία παγκόσμια διακυβέρνηση για την επίλυσή τους.

Εμείς όμως προτιμούμε να επικεντρωθούμε σε μία πρακτική και ρεαλιστική αντιμετώπιση τους, σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο – χωρίς να επεκτεινόμαστε σε θέματα διεθνούς γεωπολιτικής ή να αναφερόμαστε θεωρητικά στη σχέση της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας με όλα αυτά.

Φαίνεται πάντως πως και η ΕΕ προβληματίζεται για την κατάσταση που βρίσκεται – αφού μεγάλο μέρος της πληροφόρησης που μας παρασχέθηκε, τόσο για τη δική σας όσο και για την προηγούμενη προεδρία, αφορούσε τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης.

Η συγκεκριμένη διάσκεψη τώρα υπογράμμισε τη διάσταση απόψεων, μεταξύ αυτών που προσβλέπουν σε μια περισσότερο κεντρικά διαχειριζόμενη, ομόσπονδη ΕΕ και εκείνων που την επιθυμούν πιο πολύ ως μία οικονομική ένωση.

Επίσης, μεταξύ αυτών που προσβλέπουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και εκείνων που τοποθετούν ως προτεραιότητα τους την προστασία των κοινωνικών και εργατικών δικαιωμάτων – ενδεχομένως και την κλιματική αλλαγή.

Εν τούτοις, χωρίς μία ουσιαστική τραπεζική, δημοσιονομική και πολιτική ένωση, όλα αυτά παραμένουν στη θεωρία – οπότε έως τότε, μόνο σε επίπεδο εθνικού κράτους και με δημοκρατικές διαδικασίες, μπορούν να ληφθούν αποφάσεις για να περιφρουρηθούν τα δικαιώματα των πλειοψηφιών.

Η δυσλειτουργία των επιτροπών φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση των αποτυχημένων πακέτων διασώσεων της Ελλάδας, αν και ουσιαστικά επρόκειτο για διάσωση των Γερμανικών και άλλων τραπεζών – οι οποίες διασώσεις οδήγησαν στην εκτόξευση του χρέους μας σε μη βιώσιμα επίπεδα που σίγουρα θα απασχολήσουν ξανά την Ελλάδα και την ΕΕ.

Συνοπτικά τώρα στα θέματα της προεδρίας που αφορούν τη διακυβέρνηση της ΕΕ, το κράτος δικαίου δηλαδή, τη διεύρυνση και τη διεθνή της θέση, σε ποιο δίκαιο αναφερόμαστε και από ποιον ορίζεται, όταν υπάρχει η σύγκρουση της ΕΕ με την Πολωνία και την Ουγγαρία; Με χώρες που συμμεριζόμαστε τις επιφυλάξεις τους, παρά το ότι δυστυχώς η Ελλάδα δεν διαθέτει συνταγματικό δικαστήριο;

Φυσικά δε, είμαστε εναντίον των περιορισμών και των υποχρεωτικών ιατρικών πράξεων στα πλαίσια της πανδημίας, όπως είναι τα lockdowns και τα πράσινα διαβατήρια, αφού καταπατούν τις ανθρώπινες ελευθερίες.

Στο θέμα του μεταναστευτικού, όπου επιβαρύνονται τα κράτη στα ευρωπαϊκά σύνορα όπως η Ελλάδα, ή οι χώρες πριν από το Σέγκεν όπως η Σλοβενία, θεωρούμε πως εάν η Γερμανία ή άλλα κράτη ενδιαφέρονται για την εισαγωγή πληθυσμού, θα πρέπει να βρουν έναν άλλο τρόπο να το κάνουν – παύοντας να μας εκμεταλλεύονται.

Στην πράξη, η λύση της διασποράς των εισερχόμενων δεν πρόκειται να λειτουργήσει, εάν  δεν ελεγχθούν τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ – καθώς επίσης εάν δεν αντιμετωπισθεί η ανεξέλεγκτη δράση των ΜΚΟ.

Σε σχέση με τη διεύρυνση της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, στην Αλβανία και στα Σκόπια, έχουμε σοβαρές επιφυλάξεις – όσον αφορά τα δικαιώματα των μειονοτήτων, τη συνεργασία των δύο χωρών με την εχθρική προς την Ελλάδα Τουρκία, τη συμφωνία των Πρεσπών που παραβιάζεται συνεχώς κοκ.

Σε κάθε περίπτωση, δεν βλέπουμε το λόγο περαιτέρω διεύρυνσης της ΕΕ, χωρίς προηγουμένως να έχουν λυθεί τα προβλήματα της.

Αναφορικά με τη νότια διάσταση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας (ΕΠΓ) που περιλαμβάνει τις μεσογειακές χώρες (Αίγυπτο, Αλγερία, Ιορδανία, Ισραήλ, Λίβανο, Λιβύη, Μαρόκο, Συρία, Τυνησία και Παλαιστίνη), είμαστε ασφαλώς θετικοί – θεωρώντας πως η συνεργασία είναι απαραίτητη, για λόγους ασφάλειας σε σχέση με το μεταναστευτικό και την τρομοκρατία, ενώ προσφέρει επί πλέον οικονομικές ευκαιρίες.

Η Ελλάδα πάντως συνεργάζεται με την Αίγυπτο, με το Ισραήλ και με την Κύπρο, ενώ προσβλέπει στην προώθηση των εξορύξεων και του αγωγού Eastmed – όπου όμως η στάση της Τουρκίας με τη ανοχή της ΕΕ, ή μάλλον της Γερμανίας, είναι ανασταλτική, γεγονός για το οποίο εμείς διαμαρτυρόμαστε έντονα.

Κλείνοντας, για εμάς η Ευρώπη εκτείνεται από την Πορτογαλία έως τα Ουράλια, καθώς επίσης από την Αρκτική έως την Κύπρο και τα Κανάρια νησιά – ενώ είμαστε υπέρ μίας ΕΕ των Πολιτών της, του πολιτισμού και των αξιών της, της εθνικής, της τροφικής και της ενεργειακής της ασφάλειας.

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, θα πρέπει να εξαιρεθεί από τις απαιτήσεις για μείωση ρύπων για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ενέργειας και των ανατιμήσεων – ενώ σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης και τα ΕΣΠΑ, θεωρούμε πως το μεγαλύτερο μέρος τους πρέπει να διατεθεί για την ενίσχυση της παραγωγής. Όχι για κοινωνική πολιτική ή ΑΠΕ.

Έχουμε δε την άποψη πως η χρήση τους είναι θέμα τοπικών αποφάσεων – ενώ όσον αφορά τη νέα ΚΑΠ, ασφαλώς δεν συμφωνούμε με τη σύνδεση της με πράσινες δράσεις, πόσο μάλλον όταν το πλαίσιο είναι αδιευκρίνιστο, αλλά με έμφαση στην τροφική επάρκεια.

Γενικές Διαπιστώσεις

(α) Έλλειψη εμπιστοσύνης: Η ΕΕ δίνει όλο και περισσότερο την εντύπωση πως έχει εξελιχθεί σε ένα διευθυντήριο καλοπληρωμένων γραφειοκρατών και πολιτικών – με αποτέλεσμα να μειώνεται η εμπιστοσύνη των Πολιτών στους θεσμούς της, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί, με πηγή το ευρωβαρόμετρο του Φθινοπώρου του 2021.

Βαθμός εμπιστοσύνης στην ΕΕ

Υπάρχουν βέβαια ενδιαφέρουσες αποκλίσεις, όπου χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, μεταξύ των οποίων παραδόξως η Πολωνία και η Ουγγαρία, την εμπιστεύονται περισσότερο – ενώ στον αντίποδα συναντώνται μεγάλα ιστορικά μέλη, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, με το μισό περίπου πληθυσμό τους να μην την εμπιστεύεται. Στην τελευταία θέση ευρίσκεται η Ελλάδα – προφανώς επειδή έχει βιώσει όχι μόνο την πλήρη έλλειψη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης αλλά, επί πλέον, την καταστροφή της από τα μνημόνια.

(β) Πανδημία: Σχετικά τώρα με τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας, το 51% κατά μέσον όρο δηλώνει ικανοποιημένο – με τα υψηλότερα ποσοστά στη Μάλτα, στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία (70% και άνω), ενώ με τα χαμηλότερα στη Γαλλία, στη Γερμανία, στη Σλοβακία και στην Ελλάδα που ευρίσκεται ξανά στην τελευταία θέση (γράφημα).

Μέτρα πανδημίας

Οι αποκλίσεις δεν αφορούν μόνο το υγειονομικό σκέλος αλλά, επί πλέον, το οικονομικό και τη Δημοκρατία – όσον αφορά τον περιορισμό των ελευθεριών, με τα αχρείαστα lockdowns.

(β) Οικονομία: Συνολικά λιγότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους, μόλις το 40%, είναι ικανοποιημένοι από την κατάσταση της οικονομίας τους – με τους ικανοποιημένους στην Ελλάδα μόλις στο 9%! Η Πορτογαλία, η Ισπανία και το Βέλγιο ακολουθούν στις τελευταίες θέσεις – ενώ με δεδομένο το ότι, το 91% των Ελλήνων δεν είναι ικανοποιημένο από την κατάσταση της οικονομίας, απορεί κανείς τόσο για τις θριαμβολογίες της κυβέρνησης, όσο και για τις δημοσκοπήσεις, συμπεραίνοντας πως ασφαλώς χειραγωγούνται.

Εμπιστοσύνη στην εθνική οικονομία

Σε κάθε περίπτωση, όταν η Ελλάδα είχε τη δεύτερη χειρότερη ύφεση στην ΕΕ το 2020, παρά το ότι προερχόταν από μία δεκαετή απώλεια του ΑΕΠ της της τάξης του -25%, ενώ δαπάνησε με δανεικά περισσότερα ακόμη και από τη Γερμανία σε όρους ποσοστών επί ΑΕΠ, είναι εύλογο να συμβαίνει κάτι τέτοιο – πόσο μάλλον όταν έχει χάσει 650.000 νέους της κόστους εκπαίδευσης κλπ. πάνω από 100 δις €, με απώλειες ετησίου ΑΕΠ πάνω από 30 δις €. Ακόμη χειρότερα, η Ελλάδα είχε την μεγαλύτερη αύξηση χρέους εντός την πανδημίας – παρά το ότι είναι η πιο υπερχρεωμένη χώρα της ΕΕ

(δ) Προβλήματα που απασχολούν την ΕΕ: Τα βασικότερα είναι η υγεία, η οικονομία, ο πληθωρισμός και η ανεργία, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί – ενώ μετά ακολουθεί η κλιματική αλλαγή, παρά τη μεγάλη χειραγώγηση των Πολιτών εκ μέρους των διατεταγμένων ΜΜΕ.

Τα σημαντικότερα προβλήματα των Ευρωπαίων

Τέλος, με κριτήριο όλα τα παραπάνω, η ΕΕ ευρίσκεται υπό αμφισβήτηση – ενώ φαίνεται καθαρά πως οι Ευρωπαίοι κατανοούν τα δημοκρατικά και οικονομικά της αδιέξοδα. Το μοναδικό που χαίρει ακόμη της εμπιστοσύνης τους είναι το ευρώ – με εξαίρεση όμως χώρες όπως η Σουηδία ή η Δανία που έχουν το δικό τους εθνικό νόμισμα (γράφημα).

Εμπιστοσύνη στο ευρώ

Εν προκειμένω, οφείλει να είναι κανείς επιφυλακτικός – ειδικά όταν γνωρίζει πως το ευρώ είναι ένα θνησιγενές νόμισμα, εάν δεν υπάρξει τραπεζική, δημοσιονομική και πολιτική ένωση της Ευρωζώνης. Κάτι τέτοιο όμως μάλλον δεν πρόκειται να συμβεί, αφού η ΕΕ είναι υπό κατάρρευση.

Έχουμε φτάσει πια σε σημείο να περιθωριοποιούνται, να λοιδορούνται και να διώκονται συνάνθρωποι μας που απλά φοβούνται τις παρενέργειες του εμβολίου, γνωστές και άγνωστες - ή έχουν υποκείμενα νοσήματα που δεν το επιτρέπουν. Επί πλέον, έχει τεθεί δυστυχώς σε λειτουργία ο κοινωνικός αυτοματισμός – με τους εμβολιασμένους να κατηγορούν τους ανεμβολίαστους ρατσιστικά ως γραφικούς, χαμηλού μορφωτικού...

Ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν ήταν η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, ακόμη και εάν δεν είχε  μία διαχρονικά ανεπαρκή, ανίκανη, καθώς επίσης διεφθαρμένη πολιτική, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις σημερινές συνθήκες στην παγκοσμιοποίηση - ούτε στη μικρογραφία της, την ΕΕ, με τη βιομηχανία της αποψιλωμένη και με την ξεπερασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις της...

Πώς είναι δυνατόν μία φιλελεύθερη κυβέρνηση να αναφέρεται σε κρατικούς ελέγχους τιμών και σε διατίμηση; Δεν είναι δουλειά της επιτροπής ανταγωνισμού σε μία ελεύθερη οικονομία η εξασφάλιση των χαμηλών τιμών; Της σωστής λειτουργίας της αγοράς δηλαδή, μέσω της καταπολέμησης των δεκάδων καρτέλ που απομυζούν τους Έλληνες Πολίτες; 


 Η χώρα της ανείπωτης ντροπής

από Analyst Team25 Οκτωβρίου 2021

.

Δεν είναι δυνατόν μία χώρα που έχει δανεισθεί και σπαταλήσει μέσα σε δύο μόλις χρόνια 41 δις €, που το δημόσιο χρέος της πλησιάζει τα 400 δις € έχοντας ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ της, που το κόκκινο ιδιωτικό της χρέος έχει υπερβεί τα 300 δις € μαζί με τις επιβαρύνσεις, που οι τράπεζες της είναι χρεοκοπημένες, που το εξωτερικό της χρέος αυξήθηκε κατά 125 δις $ μέσα σε τρία μόλις χρόνια στα 525 δις $, που δεν παράγει σχεδόν τίποτα αλλά μόνο εισάγει κοκ., να πιστεύει πως είναι εθνικά κυρίαρχη – εθελοτυφλώντας στην παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας έναντι της επιμήκυνσης των 95 δις € και στις μελλοντικές παραχωρήσεις όσον αφορά το μισό Αιγαίο στην Τουρκία, όπου ήδη έχει ενεργοποιηθεί ο Εφιάλτης που οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ και στα μνημόνια. Εν τούτοις η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν συζητά καθόλου και δεν διαμαρτύρεται παρά μόνο προσχηματικά, για εσωτερική κατανάλωση – έχοντας αποδεχθεί de facto πως η μοίρα της είναι η ατολμία, ο συμβιβασμός, το σκύψιμο του κεφαλιού και ο ραγιαδισμός.

.

Άποψη

Όπως πολύ σωστά έχει αναφερθεί σε άρθρο γνωστού φιλοσόφου, από τότε που η λέξη «Ελλάδα» σηματοδοτεί κράτος και όχι πολιτισμό, όπως η Αρχαία Ελλάδα όσον αφορά τον πολιτισμό, ο λόγος των πολιτικών της είναι μονόλογος της εξουσίας – με την έννοια πως κανένα πολιτικό κόμμα, προφανώς με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν ενδιαφέρεται για τη χώρα και τους Πολίτες της.

Ενδιαφέρονται μόνο για την κατάκτηση ή/και για τη διατήρηση της εξουσίας, με αποκλειστικό στόχο τη νομή της – όπου το μεν κόμμα που κερδίζει τις εκλογές θριαμβολογεί, κομπάζει καλύτερα με αυταρέσκεια, ενώ η αντιπολίτευση προσπαθεί να εντυπωσιάσει με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, με στόχο τη νίκη ή τη βελτίωση των ποσοστών της στις επόμενες εκλογές (υψηλότερα ποσοστά = μεγαλύτερες επιδοτήσεις). Όσο πιο χαμηλού επιπέδου δε είναι οι στελεχώσεις των κομμάτων, τόσο μεγαλύτερη η σπουδαιοφάνεια – καλυμμένη πίσω από κενές προφορικές ή γραπτές διακηρύξεις, από θεατρινισμούς  και από υποσχέσεις που δεν τηρούνται ποτέ, αφού είναι συχνά μη ρεαλιστικές. Ο συγγραφέας εδώ αναρωτιέται εύστοχα τα εξής:

«Για να ερμηνεύσει κανείς τα γραφόμενα του στρατηγού Μακρυγιάννη, χρειάζεται να έχει γνώση της εκκλησιαστικής εμπειρίας και γλώσσας. Πώς συνέβη να έχει ο Μακρυγιάννης αυτή την εμπειρία ύστερα από 400 χρόνια σκλαβιάς, ενώ ο σύγχρονος Έλληνας να την έχει χάσει σε 200 μόλις χρόνια και σε συνθήκες ελευθερίας; Ποιος ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας που οδήγησε τον Ελληνισμό στη σημερινή πολιτισμική αλλοτρίωσή του;»

Συνεχίζοντας, επί διακόσια ολόκληρα χρόνια κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις μιλούν την ίδια βδελυρή, ναρκισσιστική και ανόητη γλώσσα που υπηρετεί, αλλά και τρέφει, την αντιδικία ως αυτοσκοπό – χωρίς καμία διάθεση συμφωνίας στη βάση της κοινής λογικής, αλλά με μοναδικό στόχο την «κατατρόπωση του αντιπάλου». Εν προκειμένω, τα συμφέροντα της χώρας και των Πολιτών της τοποθετούνται όχι στη δεύτερη, αλλά στην τελευταία θέση – ενώ η αυτοπροβολή για λόγους ψηφοθηρίας στην πρώτη και μοναδική.

Με τα χρόνια δε, η ανοησία έχει φτάσει στο ζενίθ της, συμπαρασύροντας δυστυχώς και την κοινωνία – όπου, ενώ σήμερα όλοι γνωρίζουμε, Πολίτες και πολιτικοί, πως η Ελλάδα κυβερνάται από τους δανειστές της, δεν γίνεται καμία απολύτως συζήτηση για το θέμα. Με απλά λόγια, τα αντανακλαστικά αντίδρασης όλων μας απέναντι στον εθνικό εξευτελισμό και στον παγκόσμιο διασυρμό, έχουν απονεκρωθεί – ενώ οι πάντες προσποιούνται πως δεν καταλαβαίνουν ότι, χωρίς οικονομική ανεξαρτησία δεν νοείται και δεν υπάρχει εθνική κυριαρχία (πηγή).

Δεν είναι δυνατόν άλλωστε μία χώρα που έχει δανεισθεί και σπαταλήσει μέσα σε δύο μόλις χρόνια 41 δις €, που το δημόσιο χρέος της πλησιάζει τα 400 δις € έχοντας ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ της, που το κόκκινο ιδιωτικό της χρέος έχει υπερβεί τα 300 δις € μαζί με τις επιβαρύνσεις, που οι τράπεζες της είναι χρεοκοπημένες, που το εξωτερικό της χρέος αυξήθηκε κατά 125 δις $ μέσα σε τρία μόλις χρόνια στα 525 δις $, που δεν παράγει σχεδόν τίποτα αλλά μόνο εισάγει κοκ., να πιστεύει πως είναι εθνικά κυρίαρχη – εθελοτυφλώντας στην παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας έναντι της επιμήκυνσης των 95 δις € και στις μελλοντικές παραχωρήσεις όσον αφορά το μισό Αιγαίο στην Τουρκία, όπου ήδη έχει ενεργοποιηθεί ο Εφιάλτης που οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ και στα μνημόνια.

Εν τούτοις η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν συζητά καθόλου και δεν διαμαρτύρεται παρά μόνο προσχηματικά, για εσωτερική κατανάλωση – έχοντας αποδεχθεί de facto πως η μοίρα της είναι η ατολμία, ο συμβιβασμός, το σκύψιμο του κεφαλιού και ο ραγιαδισμός. Την ίδια στιγμή η εξουσία την κοροϊδεύει, με συμμαχίες και με την αγορά όπλων που δήθεν θα προστατεύσουν την Ελλάδα – αφού είναι αδύνατον να μη γνωρίζει πως οι πόλεμοι σήμερα κρίνονται τις ελάχιστες πρώτες ημέρες που οι Έλληνες θα είναι μόνοι τους, ενώ δεν προσφέρουν τίποτα πολεμικά πλοία που θα παραδοθούν μετά από χρόνια. Εάν αμφιβάλει κανείς εδώ πως η Τουρκία μας έχει κηρύξει ήδη τον πόλεμο, απλά δεν γνωρίζει τα εξής:

«Η Τουρκία, από το 1995, μας απειλεί με πόλεμο, εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. στο Αιγαίο. Δεν αναγνωρίζει ότι τα νησιά έχουν κυριαρχικά δικαιώματα σε ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα. Έτσι, θεωρεί πως το μισό Αιγαίο (25ος Μεσημβρινός) της ανήκει – ενώ η υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας συνορεύει με αυτές της Αιγύπτου και της Λιβύης (Μνημόνιο οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Άγκυρας-Τρίπολης, το 2019). Ζητάει την αποστρατικοποίηση των νησιών του Α. Αιγαίου – ενώ εάν δε γίνει αυτό, θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει απωλέσει την κυριαρχία της επί αυτών. Παράλληλα, αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία επίσημα σε 18 και ανεπίσημα σε 150 νησιά και νησίδες στο Αιγαίο, που θεωρεί ότι κατέχονται παράνομα από την Ελλάδα.

Παραβιάζει καθημερινά τον ελληνικό εναέριο χώρο πετώντας πάνω και από κατοικημένα νησιά. Δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, τη θεωρεί «εκλιπούσα» και απαιτεί κυρίαρχη ισότητα για το παράνομο καθεστώς της κατεχόμενης ζώνης. Πραγματοποιεί παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις εντός της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ ή της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Α. Μεσόγειο. Χειραγωγεί τη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης, που αποκαλεί τουρκική, επιδιώκοντας συγκυριαρχία. Χρησιμοποιεί τις μεταναστευτικές ροές ως υβριδικό όπλο για τη δημιουργία στρατηγικής μουσουλμανικής μειονότητας που θα υπονομεύει την εθνική ομοιογένεια του ελληνικού χώρου κοκ.»

Περαιτέρω, σε ολόκληρη την κοινωνία έχουν επικρατήσει οι παραισθήσεις – όπως στο παράδειγμα του κατ’ επίφαση κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας. Θυμίζουμε εδώ τα λόγια του Παπαδιαμάντη, ήδη από το 1892 – σύμφωνα με τα οποία «με τις εκλογές μεταλλάσσουμε τυράννους». Κάνει αλήθεια λάθος, όταν ο πρωθυπουργός αποφασίζει για τα πάντα ως απόλυτος μονάρχης, ενώ διορίζει τους υπουργούς, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρόεδρο της Βουλής, τους προέδρους και άλλους ανώτατους λειτουργούς των Δικαστηρίων, τους αρχηγούς των ενόπλων δυνάμεων κοκ.; Προφανώς όχι – ενώ η συντριπτική πλειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι διορισμένη με «κομματικό ρουσφέτι», μεταξύ των οποίων και οι διοικητές/στελέχη των δημοσίων εταιριών.

Όσον αφορά δε την πάμπλουτη εγχώρια μειονότητα, πρόκειται συνήθως για κρατικοδίαιτα άτομα που διαπλέκονται με την εκάστοτε εξουσία – απομυζώντας και λεηλατώντας μία κατ’ εξακολούθηση χρεοκοπημένη και παρανοϊκά υπερχρεωμένη χώρα. Για παράδειγμα, είναι δυνατόν να διαγράφονται χρέη 300 εκ. € εκ μέρους μίας τράπεζας που διασώθηκε με χρήματα φορολογουμένων, ενός πάμπλουτου πρώην μετόχου της, από μία εταιρεία του που δεν κατάφερε να επιβιώσει, χωρίς πολιτική στήριξη;

Από την άλλη πλευρά, είναι δυνατόν να χρωστάει ένα κόμμα 350 εκ. €, όταν στο παρελθόν οι ετήσιες επιχορηγήσεις του από το κράτος ήταν πάνω από 30 εκ. € και σήμερα άνω των 5 εκ. €; Είναι δυνατόν ένα άλλο να οφείλει 250 εκ. € και να αλλάζει ΑΦΜ για να μην τα πληρώσει, χωρίς να διαμαρτύρεται κανένας; Πως μπορεί ποτέ να ξεφύγει από τις συνεχείς χρεοκοπίες και να ευημερήσει μία τέτοια χώρα, παρά το ότι διαθέτει έναν τεράστιο φυσικό, υπόγειο και πολιτισμικό πλούτο;

Συνεχίζοντας, το Σύνταγμα της Ελλάδας, στο ακροτελεύτιο άρθρο του, γράφει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τα παρακάτω – τα οποία όμως δεν εφαρμόζονται από μόνα τους, αλλά απαιτούν την αρετή και την τόλμη των Πολιτών, επάνω στην οποία και στους οποίους θεμελιώνεται η πραγματική ελευθερία και η Δημοκρατία

«Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται, με κάθε μέσο, εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».

Εν προκειμένω, θα μπορούσε να απαντήσει κανείς πως δεν υπάρχουν περιθώρια αντίστασης και αντίδρασης εκ μέρους των Πολιτών, δηλαδή υπακοής στο Σύνταγμα, όταν έχει καταστρατηγηθεί εντελώς – ενώ το πολίτευμα έχει μετατραπεί σε μία αυταρχική μοναρχία με κοινοβουλευτικό προσωπείο που δεν επιτρέπει στους Έλληνες παρά μόνο να είναι παθητικοί θεατές της αυθαιρεσίας και της παντοδυναμίας ενός μονάρχη πρωθυπουργού. Ενός «ηγέτη» που δεν διαφέρει καθόλου από έναν τύραννο – με την αρχαία ελληνική ερμηνεία της λέξης.

Είναι όμως ορθολογική μία τέτοια απάντηση, εάν υποθέσουμε πως προέρχεται από ανθρώπους που πιστεύουν στην ελευθερία και στη Δημοκρατία; Που ψηφίζουν και που μπορούν τόσο με την ψήφο, όσο και με τη στάση τους, να αλλάξουν τα πάντα, επιβάλλοντας αυτό που οι ίδιοι θέλουν; Είναι επαρκής δικαιολογία το ότι χειραγωγούνται από τα όποια διατεταγμένα ΜΜΕ, οπότε αδυνατούν να έχουν αντικειμενική άποψη; Δεν είναι ντροπή ένας τέτοιος ισχυρισμός; Όλες οι απαντήσεις δικές σας.

Έχουμε φτάσει πια σε σημείο να περιθωριοποιούνται, να λοιδορούνται και να διώκονται συνάνθρωποι μας που απλά φοβούνται τις παρενέργειες του εμβολίου, γνωστές και άγνωστες - ή έχουν υποκείμενα νοσήματα που δεν το επιτρέπουν. Επί πλέον, έχει τεθεί δυστυχώς σε λειτουργία ο κοινωνικός αυτοματισμός – με τους εμβολιασμένους να κατηγορούν τους ανεμβολίαστους ρατσιστικά ως γραφικούς, χαμηλού μορφωτικού...

Για εμάς η Ευρώπη εκτείνεται από την Πορτογαλία έως τα Ουράλια, καθώς επίσης από την Αρκτική έως την Κύπρο και τα Κανάρια νησιά – ενώ είμαστε υπέρ μίας Ευρώπης των Πολιτών της, του πολιτισμού και των αξιών της, της εθνικής, της τροφικής και της ενεργειακής της ασφάλειας.

Ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν ήταν η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, ακόμη και εάν δεν είχε  μία διαχρονικά ανεπαρκή, ανίκανη, καθώς επίσης διεφθαρμένη πολιτική, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις σημερινές συνθήκες στην παγκοσμιοποίηση - ούτε στη μικρογραφία της, την ΕΕ, με τη βιομηχανία της αποψιλωμένη και με την ξεπερασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις της...


 Ο διχασμός της κοινωνίας

από Βασίλης Βιλιάρδος3 Νοεμβρίου 2021

.

Ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν ήταν η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, ακόμη και εάν δεν είχε  μία διαχρονικά ανεπαρκή, ανίκανη, καθώς επίσης διεφθαρμένη πολιτική, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις σημερινές συνθήκες στην παγκοσμιοποίηση – ούτε στη μικρογραφία της, την ΕΕ, με τη βιομηχανία της αποψιλωμένη και με την ξεπερασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις της. Πόσο μάλλον με  τα μνημόνια που της επιβάλλουν οι δανειστές της, τα οποία οδηγούν τους ‘Έλληνος κατ’ ευθείαν στην κόλαση – ενώ παράλληλα κορυφώνονται τα μεταναστευτικά και εθνικά της προβλήματα. Εύλογα λοιπόν οφείλει να σκέφτεται κανείς την έξοδο της από την ΕΕ, με στόχο τη λήψη μέτρων προστασίας της οικονομίας και της κοινωνίας της – εκτός εάν πάψει να εφαρμόζεται η νεοφιλελεύθερη πολιτική που κυριαρχεί στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, καθιστώντας έτσι συμβατή τη Δημοκρατία τόσο με τον προστατευτισμό, όσο και με την παγκοσμιοποίηση.

.

Ανάλυση

Η παγκόσμια κοινωνία και κυρίως η δυτική είναι βαθιά διχασμένη – με την έννοια πως από τη μία πλευρά υπάρχουν αυτοί που διάκεινται ευνοϊκά στην παγκοσμιοποίηση, ενώ από την άλλη όσοι έχουν απογοητευθεί και υποστηρίζουν το προστατευτισμό. Οι δύο ομάδες αντιμετωπίζονται εχθρικά μεταξύ τους και περιφρονούν η μία την άλλη – θυμίζοντας πως ακριβώς τα ίδια ισχύουν για την ΕΕ, η οποία είναι μία μικρογραφία της παγκοσμιοποίησης.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει η Δημοκρατία, αφού πρέπει να καλύπτει ή να ικανοποιεί σε κάποιο βαθμό όλες τις κοινωνικές πτέρυγες – ενώ το αποτέλεσμα της δημοκρατικής διαδικασίας είναι συνήθως ένα αντιφατικό αδιέξοδο που καταλήγει σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο συμβιβασμό.

Επομένως απαιτείται μία νέα συναίνεση για να λειτουργήσει η Δημοκρατία – μία συναίνεση που να συνδυάζει την παγκοσμιοποίηση (ή/και την ΕΕ) με τον προστατευτισμό. Εν προκειμένω, θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς πως είναι αδύνατον να συμβεί κάτι τέτοιο, αφού πρόκειται για δύο έννοιες αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους – κάτι που όμως ισχύει μόνο εάν σκέφτεται ολοκληρωτικά.

Δηλαδή, εάν ακολουθεί το μοντέλο «το ίδιο μέγεθος ταιριάζει σε όλους» (one fits for all) – αφού εάν το θέμα εξετασθεί διαφορετικά, οι δύο έννοιες μπορούν να συνυπάρχουν ειρηνικά δίπλα-δίπλα. Υπό μία προϋπόθεση όμως: τον αποχαιρετισμό του νεοφιλελευθερισμού και από τις δύο πλευρές, την αλλαγή δηλαδή της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής.

Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν έχει «ενσκήψει» αυτός ο προβληματισμός, παρά το ότι είναι η κατ’ εξοχήν χώρα που βιώνει τη συγκεκριμένη αντίφαση – τη σύγκρουση των δύο ομάδων. Προφανώς επειδή τόσο η πολιτική, όσο και η εγχώρια διανόηση εξετάζουν εντελώς επιφανειακά τις υφιστάμενες συνθήκες και τα γεγονότα – χωρίς να εμβαθύνουν στην πραγματική τους υφή. Για παράδειγμα το μεταναστευτικό, η εχθρική αντιμετώπιση της ΕΕ και της Ευρωζώνης ή/και η αδυναμία ανάπτυξης της βιομηχανίας της λόγω του ανταγωνισμού των εισαγομένων προϊόντων, εμπίπτουν σε αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό – ενώ η πολιτική των μνημονίων που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις της είναι το αποκορύφωμα του νεοφιλελευθερισμού.

Κανένας άλλωστε δεν δίνει σημασία στην οικονομική πλευρά της μετανάστευσης, όπως την έχουμε αναλύσει (πηγή) – στο ότι συμβάλει τα μέγιστα στη διατήρηση των χαμηλών μισθών (άρα και του πληθωρισμού) σε ένα νεοφιλελεύθερο περιβάλλον, από τους οποίους ωφελείται κυρίως η βιομηχανία των ανεπτυγμένων χωρών. Για παράδειγμα, ο λόγος που η γερμανική κυβέρνηση δήλωσε το 2015 πως χρειάζεται τουλάχιστον 1 εκ. μετανάστες ή η ΕΕ ακόμη περισσότερους, ήταν η βιομηχανική της ελίτ – η οποία δεν ήθελε να απασχολεί ακριβούς Γερμανούς εις βάρος της ανταγωνιστικότητας της με τις ασιατικές κυρίως χώρες, αλλά φτηνούς μετανάστες.

Το θανατηφόρο μοντέλο της βιομηχανικής παραγωγής

Συνεχίζοντας, οι μηχανισμοί της ελεύθερης αγοράς που είναι προσφιλείς στο μοντέλο του νεοφιλελευθερισμού, έχουν ένα σημαντικό μειονέκτημα: το ότι λειτουργούν σε πολύ λίγους κλάδους της οικονομίας. Στην πραγματικότητα μόνο στη βιομηχανική παραγωγή – ενώ σε όλους τους άλλους οικονομικούς τομείς, η λογική είναι διαφορετική και απαιτεί άλλη πολιτική προσοχή.

Στους περισσότερους τομείς λοιπόν της βιομηχανικής παραγωγής διαρκών καταναλωτικών αγαθών (durable consumer goods), οι μηχανισμοί της αγοράς λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό ικανοποιητικά – γεγονός που οφείλεται στις ιδιαιτερότητες των προϊόντων και στον τρόπο παραγωγής τους. Ειδικότερα, μεταφέρονται χωρίς πρόβλημα και είναι ανθεκτικά, οπότε η εμπορία τους (εξαγωγές κλπ.) είναι πολύ εύκολη – ενώ από την άλλη πλευρά παράγονται σε μεγάλο αριθμό από μεγάλα εργοστάσια, οπότε η παραγωγή τους είναι επίσης εύκολο να ελεγχθεί.

Και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά τους, δημιουργούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη λειτουργία της ανατροφοδότησης μεταξύ της ζήτησης και της παραγωγής (προσφοράς) – ακόμη και σε μεγάλες αποστάσεις, πολύ μακριά από τα εθνικά σύνορα. Για παράδειγμα, εάν κάπου στον πλανήτη υπάρχει αυξανόμενη ζήτηση για ένα συγκεκριμένο βιομηχανικό αγαθό, οι έμποροι είναι οι πρώτοι που το αντιλαμβάνονται – αντιδρώντας ανάλογα. Αμέσως μετά το διαπιστώνουν οι κατασκευαστές, οι βιομηχανίες, διαμορφώνοντας ανάλογα την παραγωγή τους – κάτι που μπορεί να συμβεί γρήγορα, με δεδομένο το ότι η βιομηχανική παραγωγή είναι ευέλικτη από την πλευρά της ποσότητας.

Ευέλικτη επειδή είναι σε θέση να αυξήσει την παραγωγή της σε περιόδους υψηλής ζήτησης, καθώς επίσης να τη μειώσει όταν η ζήτηση υποχωρεί – προσλαμβάνοντας στην πρώτη περίπτωση εργαζομένους ή δυνατόν με ενοίκιο, για να μπορεί αργότερα να τους απολύσει. Εναλλακτικά δρομολογεί τη μερική απασχόληση των σταθερών εργαζομένων της, μειώνοντας το ωράριο – ή αυξάνει την παραγωγική της δυναμικότητα με υπερωρίες. Επομένως η βιομηχανία μπορεί να ανταποκριθεί πολύ γρήγορα στην αυξημένη ζήτηση ή να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη μείωση της – όπως σε περιόδους υφέσεων.

Τη συγκεκριμένη τώρα μορφή λειτουργικής ανατροφοδότησης υιοθέτησε στο οικονομικό του μοντέλο ο νεοφιλελευθερισμός, προσπαθώντας να τη διευρύνει σε όλους τους τομείς της αγοράς – κάτι που όμως είναι αδύνατο, επειδή οι μηχανισμοί ανάδρασης έχουν πάρα πολλές ειδικές απαιτήσεις. Δεν υπάρχει δηλαδή η δυνατότητα να ταιριάζει το ίδιο μέγεθος σε όλους (one fits for all), όπως πιστεύει ο νεοφιλελευθερισμός – ενώ από την εποχή του Αριστοτέλη γνωρίζουμε πως πρόκειται για πλάνη. Όπως πολύ σωστά δε γράφτηκε από μία σύγχρονη οικονομολόγο (πηγή),

Το ότι οι λειτουργίες ανατροφοδότησης στη  βιομηχανική παραγωγή λειτουργούν σωστά, οφείλεται στην ταχύτητα των αντιδράσεων. Όταν οι αντιδράσεις καθυστερούν, τότε η διαδικασία δεν λειτουργεί. Για παράδειγμα, στη γεωργική παραγωγή η χρονική υστέρηση μιας περιόδου ανάπτυξης οδηγεί στο γνωστό «κύκλο των χοίρων» (Pork cycle) – στο φαινόμενο των κυκλικών διακυμάνσεων της προσφοράς και των τιμών στις κτηνοτροφικές αγορές” (γράφημα).

Το ίδιο, εάν όχι ακόμη χειρότερο, ισχύει για τον κλάδο των ακινήτων (άρα και για τον τουρισμό), όπου η μεγάλη χρονική περίοδος που μεσολαβεί μεταξύ της έναρξης του σχεδιασμού και της τελικής ολοκλήρωσης της κατασκευής, καταστρέφει εντελώς τη σχέση μεταξύ της ζήτησης και της ικανοποίησης της – δημιουργώντας ιδανικές προϋποθέσεις κερδοσκοπίας. Με δεδομένο δε το ότι, η χρονική διάσταση είναι ακόμη μεγαλύτερη στις επενδύσεις σε έργα υποδομής, η προσπάθεια εδραίωσης της «ελεύθερης αγοράς» εδώ με την έννοια του «ανταγωνισμού των υποδομών» που βασίζεται στον Hayek, έχει οδηγήσει στη γνωστή κακή κάλυψη της κινητής τηλεφωνίας στη Γερμανία – σημειώνοντας πως ακριβώς λόγω των συγκεκριμένων ιδιαιτεροτήτων τους, οι υποδομές πρέπει να ανήκουν στο δημόσιο και όχι στους ιδιώτες.

Συμπερασματικά λοιπόν, οι διάφοροι κλάδοι της οικονομίας ακολουθούν διαφορετικές λογικές – οπότε πρέπει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από πολιτικής πλευράς. Για ορισμένους κλάδους, όπως για τη γερμανική βιομηχανία, η παγκοσμιοποίηση και κατ’ αναλογία η ΕΕ/Ευρωζώνη είναι η ζωή τους, ενώ άλλοι πρέπει να προστατεύονται από την παγκοσμιοποίηση – με μερικούς μόνο να καταλαμβάνουν μία μεσαία θέση, όπου τότε μόνο η ρύθμιση τους σε ευρωπαϊκό και όχι σε εθνικό επίπεδο είναι λογική.

Ουσιαστικά βέβαια δύο μόνο κλάδοι είναι συμβατοί με την παγκοσμιοποίηση: η βιομηχανία και οι διαδικτυακές επιχειρήσεις που όμως έχουν εξελιχθεί σε πανίσχυρα ολιγοπώλια – οπότε στο άκρο αντίθετο από αυτά που πρεσβεύει ο υγιής ανταγωνισμός. Όλοι οι άλλοι  πρέπει να προστατεύονται – με τις εξής παρατηρήσεις σε μεμονωμένα σημεία:

(α) Στην ΕΕ υπάρχει η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) για τον πρωτογενή τομέα από το 1962 – δηλαδή για σχεδόν 58 χρόνια. Υπήρξαν ενδιάμεσα «σκαμπανεβάσματα», καθώς επίσης μεγάλες κρίσεις, οπότε έπρεπε να αναπροσαρμόζεται ξανά και ξανά, όπως συμβαίνει σήμερα. Εν τούτοις, ο ευρωπαϊκός σχεδιασμός της πρωτογενούς αγοράς λειτουργεί σχετικά ικανοποιητικά – έχοντας ξεπεράσει όλες τις καταιγίδες της νεοφιλελεύθερης πολιτικής επανάστασης των τελευταίων δεκαετιών. Επομένως υπάρχει η δυνατότητα της αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προβλημάτων της παγκοσμιοποίησης και της μικρογραφίας της, της ΕΕ – ως ένα προϊόν δημιουργικής συναίνεσης.

(β) Όσον αφορά τον κλάδο των ακινήτων, το Βερολίνο, για παράδειγμα, λόγω των προβλημάτων από την κατακόρυφη, κερδοσκοπική αύξηση των ενοικίων, επιχειρεί τη ριζική απομάκρυνση του από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επικράτησαν τις τελευταίες δεκαετίες στον τομέα – κάτι που λίγα χρόνια πριν θα φαινόταν αδιανόητο, ενώ πρόκειται ασφαλώς για ένα σημάδι μίας ελπιδοφόρου κατάρρευσης της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης στη γερμανική πολιτική, η οποία κατανόησε πως ο τομέας χρειάζεται προστασία.

(γ) Σε σχέση με τις «αγορές εργασίας», η προσπάθεια καθορισμού μίας «τιμής αγοράς» διαπιστώθηκε πως καταλήγει στο μισθολογικό dumping, στη φτώχεια και στην εξαθλίωση μεγάλων μερίδων του πληθυσμού – ενώ μπορεί μεν στην περίπτωση της Γερμανίας να συνετέλεσε στην άνοδο της ανταγωνιστικότητας της, επειδή το υιοθέτησε πρώτη το 2000, αλλά δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί στο διηνεκές από την ίδια, με τη βοήθεια των μεταναστών, λόγω των άλλων συνεπειών της μετανάστευσης (εγκληματικότητα, γκέτο κλπ.). Επομένως, ο καθορισμός των μισθών δεν μπορεί να επαφίεται αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς – αλλά χρειάζεται προστασία.

(δ) Τέλος, αναφορικά με τη διεθνή χρηματοοικονομική κερδοσκοπία, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί με εθνικές πολιτικές προστατευτισμού – ενώ είναι ασφαλώς καταστροφική για τις κοινωνίες. Εν τούτοις οι κεντρικές τράπεζες, σε συνεννόηση μεταξύ τους, θα μπορούσαν να την εμποδίσουν – αρκεί να συμφωνούσαν πως η κερδοσκοπική επίθεση, για παράδειγμα σε ένα  νόμισμα, θα θεωρούταν ως επίθεση σε όλες τις κεντρικές τράπεζες που θα ήταν σε θέση να σταθεροποιήσουν το νόμισμα με τη συντονισμένη μεταξύ τους δράση.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν ήταν η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία, ακόμη και εάν δεν είχε  μία διαχρονικά ανεπαρκή, ανίκανη, καθώς επίσης διεφθαρμένη πολιτική, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις σημερινές συνθήκες στην παγκοσμιοποίηση – ούτε στη μικρογραφία της, την ΕΕ, με τη βιομηχανία της αποψιλωμένη και με την ξεπερασμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις της. Πόσο μάλλον με  τα μνημόνια που της επιβάλλουν οι δανειστές της, τα οποία οδηγούν τους ‘Έλληνος κατ’ ευθείαν στην κόλαση – ενώ παράλληλα κορυφώνονται τα μεταναστευτικά και εθνικά της προβλήματα.

Εύλογα λοιπόν οφείλει να σκέφτεται κανείς την έξοδο της από την ΕΕ (GREEXIT), με στόχο τη λήψη μέτρων προστασίας της οικονομίας, της εδαφικής της ακεραιότητας και της κοινωνίας της – εκτός εάν πάψει να εφαρμόζεται η νεοφιλελεύθερη πολιτική που κυριαρχεί στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, καθιστώντας έτσι συμβατή τη Δημοκρατία τόσο με τον προστατευτισμό, όσο και με την παγκοσμιοποίηση.

Έχουμε φτάσει πια σε σημείο να περιθωριοποιούνται, να λοιδορούνται και να διώκονται συνάνθρωποι μας που απλά φοβούνται τις παρενέργειες του εμβολίου, γνωστές και άγνωστες - ή έχουν υποκείμενα νοσήματα που δεν το επιτρέπουν. Επί πλέον, έχει τεθεί δυστυχώς σε λειτουργία ο κοινωνικός αυτοματισμός – με τους εμβολιασμένους να κατηγορούν τους ανεμβολίαστους ρατσιστικά ως γραφικούς, χαμηλού μορφωτικού...

Για εμάς η Ευρώπη εκτείνεται από την Πορτογαλία έως τα Ουράλια, καθώς επίσης από την Αρκτική έως την Κύπρο και τα Κανάρια νησιά – ενώ είμαστε υπέρ μίας Ευρώπης των Πολιτών της, του πολιτισμού και των αξιών της, της εθνικής, της τροφικής και της ενεργειακής της ασφάλειας.

Πώς είναι δυνατόν μία φιλελεύθερη κυβέρνηση να αναφέρεται σε κρατικούς ελέγχους τιμών και σε διατίμηση; Δεν είναι δουλειά της επιτροπής ανταγωνισμού σε μία ελεύθερη οικονομία η εξασφάλιση των χαμηλών τιμών; Της σωστής λειτουργίας της αγοράς δηλαδή, μέσω της καταπολέμησης των δεκάδων καρτέλ που απομυζούν τους Έλληνες Πολίτες;