Τρίτη, 27 Απριλίου 2021
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ & Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΕΛΙΤ...ΛΑΚΙΖΕΙ !!!
Ενώ αναφέρει σχετικά στην ανακοίνωση της: «Ογδόντα χρόνια μετά τη γερμανική εισβολή και εβδομήντα έξι χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ο.Δ. της Γερμανίας επιμένει να αρνείται, καταπατώντας κάθε έννοια Δικαίου και Ηθικής, την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της. Δεν μας προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη η προσπάθεια της γερμανικής κυβέρνησης να συκοφαντήσει την Εθνική μας Αντίσταση, ό,τι πιο σπουδαίο έχει να παρουσιάσει η ελληνική ιστορία μετά την Επανάσταση του 1821. Επιχειρεί, συνειδητά και χωρίς αιδώ, την παραχάραξη της Ιστορίας για να αποδομήσει τη νομιμοποιητική βάση των ελληνικών αξιώσεων. Εκμαυλίζει συνειδήσεις για να κάμψει το κίνημα διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών.»
Η είσοδος των Γερμανών στην Αθήνα και τα κηρύγματα υποταγής από τα Ελληνικά ΜΜΕ της εποχής !!!
Ήταν 27 Απρίλη 1941, σαν σήμερα, στις 8 το πρωί, ημέρα Κυριακή, όταν τα γερμανικά στρατιωτικά τμήματα μπαίνουν στην Αθήνα. Ο λαός «υποδέχεται» τους ναζί κατακτητές παραμένοντας ερμητικά κλεισμένος στα σπίτια του. Η πρωτεύουσα είναι μια έρημη πόλη.
Ηδη από τις 23 Απρίλη, πριν πέσει η Αθήνα στα χέρια των Γερμανών και επιβληθεί στη χώρα η στυγνή τριπλή (γερμανική, ιταλική, βουλγάρικη) κατοχή, ο Τσολάκογλου είχε υπογράψει στη Θεσσαλονίκη το οριστικό πρωτόκολλο της συνθηκολόγησης. Οι Γερμανοί αναγνωρίζοντας τον «πατριωτισμό» του τον διόρισαν πρώτο «πρωθυπουργό» της κατεχόμενης Ελλάδας.
Στην πρωτεύουσα οι «κεφαλές του έθνους» είχαν ολοκληρώσει τις προετοιμασίες για να… λακίσουν, αφήνοντας οπισθοφυλακή τον υφυπουργό Ασφαλείας του μεταξικού καθεστώτος και κατοπινό βουλευτή της ΕΡΕ, τον διαβόητο Κ. Μανιαδάκη.
Η είσοδος των Γερμανών επιφέρει και τον απόλυτο εξευτελισμό του αστικού πολιτικού κόσμου. «…ο Παπανδρέου – περιγράφει ο Σεφέρης – έλεγε: “Οι Γερμανοί δε θα μας πειράξουν” ή ο Καφαντάρης ομολογούσε: “Επίστευσα στην νίκη του Αξονος”…».
Ένα μέρος του αστικού πολιτικού συρφετού προχωρά στην ανοιχτή συνεργασία με τους κατακτητές και στον δωσιλογισμό. Ένα δεύτερο παρέμεινε στην Ελλάδα απέχοντας από τον αγώνα και αναμένοντας τις εξελίξεις. Η πλειοψηφία του υπό βρετανική επιρροή τμήματος, φρόντισε η αντικατοχική δράση του να μην αποκόπτει τις επαφές του και τις σχέσεις “κατανόησης” με τους κατακτητές. Οσο για την πλειονότητα των αστών “ταγών”, μαζί με το Παλάτι, λιποτάκτησαν στο εξωτερικό αρπάζοντας μαζί του και τις τεράστιες ποσότητες των κρατικών αποθεμάτων σε χρυσό…
Η φυγή τους αποτελεί εκδήλωση παροιμιώδους… λεβεντιάς και «εθνικού φρονήματος»: Ανήμερα της συνθηκολόγησης ο βασιλιάς Γεώργιος με τον πρωθυπουργό Εμμ. Τσουδερό, τον πρίγκιπα Πέτρο και τον Άγγλο πρεσβευτή Μάικλ Πάλαιρετ επιβιβάζονται σ’ ένα βρετανικό υδροπλάνο με πρώτο σταθμό την Κρήτη και κατόπιν Κάιρο. Είχε προηγηθεί το φευγιό του εξαίρετου ζεύγους των διαδόχων του θρόνου, ο Παύλος με τη Φρειδερίκη. Τη, δε, νύχτα 22 προς 23 Απριλίου με τα αντιτορπιλικά «Πάνθηρ», «Β. Ολγα» και «Ιέραξ» την… κοπάνησαν άπαντες:
Ο υποναύαρχος Σακελλαρίου γράφει χαρακτηριστικά:
«(…) άπαντες οι υπουργοί, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και μερικοί κρατικοί επίσημοι και μη λειτουργοί, οι πλείστοι με τας οικογενείας των- γυναίκες, τέκνα, πεθερές, κουβερνάντες και τας αποσκευάς των μπαούλα, βαλίτσες και τουαλέτες, τσάντες με ρουχισμό, μερικοί με παιχνίδια των παιδιών των και κάποιοι με τα χρυσαφικά των. Ο Βασιλεύς και ο κ. Τσουδερός ανεχώρησαν αεροπορικώς περί τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου, αφού αφήκαν και από μίαν προκήρυξιν προς τον Λαόν διά να του εξηγήσουν την προς την Κρήτην απομάκρυσίν των. Φαίνεται όμως ότι η θέα τοσούτον ασυνηθίστου διά πολεμικά πλοία φορτίου, και δη εν καιρώ πολέμου, εξερέθισε τα πληρώματα εις τοιούτον βαθμόν, ώστε εις την Σούδαν εξεδηλώθη μικρά στάσις επί του “Βασίλισσα Ολγα”, του προσωπικού απαιτήσαντος να μην επιβή κανείς πλέον. Αντιλαμβάνεται ο καθείς την ψυχολογία όλων αυτών των αξιωματικών, υπαξιωματικών και ναυτών που κανένας τους δεν εγνώριζε πού και πώς άφηναν τα σπίτια τους, όταν έβλεπαν ότι υπήρχαν προνομιούχοι Έλληνες και Ελληνίδες ή Ελληνόπουλα που μπορούσαν ανέτως να μεταφέρονται με τα πολύτιμα των υπαρχόντων των προς άλλας ασφαλείς κατευθύνσεις μέχρις ότου παρέλθει η συμφορά ή όταν έβλεπαν ότι η οικογένεια του Πρωθυπουργού της Ελλάδος συνωδεύετο και από το απαραίτητο σκυλάκι της, χωρίς τη συντροφιά του οποίου φαίνεται ότι δεν ήτο δυνατόν να σωθεί η Ελλάς»…
Ανάλογη εικόνα με τον Σακελλαρίου δίνει και ο έφεδρος πλοίαρχος Πετρόπουλος, που την επομένη του βομβαρδισμού του Πειραιά (6 Απρίλη) ορίζεται Ανώτερος Διοικητής Πειραιώς. Γράφει:
«Το ίδιο βράδυ, μου έκανε εντύπωσι και ένα άλλο θέαμα, που με επηρέασε κατά κάποιο ποσοστό για να μη φύγω από την Ελλάδα: Μεταξύ των Ελλήνων ιδιωτών επιβατών ήταν κι ένα ζευγάρι – όχι πρώτης νεότητος- που το συνώδευε η μητέρα της συζύγου. Η ηλικιωμένη πεθερά κρατούσε ένα βαλιτσάκι που, όπως επρόδιδαν οι μεταξύ των τριών τους κουβέντες, περιείχε και τιμαλφή της οικογενείας. Χωρίς να θέλω, με κατέλαβε αηδία από το γεγονός, ότι δεν διαθέταμε τα πλοία για να σώσουμε έστω και λίγους στρατιώτες μας από τις χιτλερικές ορδές, αλλά καταλαμβανόταν η πολύτιμη χωρητικότης για να δοθεί ευκαιρία στα μπιζού και στα εξαντλημένα σαρκία της ευπόρου οικογενείας να… συνεχίσουν και εκτός της Ελλάδος τον αγώνα κατά του κατακτητού!».
Παρακάτω ο ίδιος σημειώνει:
“Δέκα ημέρες μετά την εισβολήν ήρχιζεν η κατάρρευσις (…) η Ανώτατη Ηγεσία επιθυμούσε να ξεχασθή το γεγονός ότι η διαταγή της παραδόσεως μπορούσε να διατυπωθή κατά πολύ διαφορετικό τρόπο, αφού σύμφωνα και με το “Σχέδιο Θ”, είχαν ήδη διατεθή τα πλωτά μέσα για τις ακτές της Θράκης και της Μακεδονίας, από όπου θα παρελάμβαναν και θα έσωζαν το μεγαλύτερο μέρος των στρατιωτών μας, αντί να τους εγκαταλείψουν στο έλεος των Γερμανών”.
Ταυτόχρονα με την κατοχή της χώρας και την φυγή των «προυχόντων» ξεκίνησε και η προπαγάνδα του ραγιαδισμού, της υποτέλειας και της υποταγής. Το μήνυμα του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου προς τον λαό ήταν να… κάτσει ήσυχος.
Στις 29 Απρίλη 1941, δύο μέρες μετά την κατάληψη της Αθήνας η εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ», έγραφε στο κύριο θέμα της:
«Εντός εικοσιτετραώρων η κατάληψις της χώρας μας θα έχει συμπληρωθή. Έτσι η Ελλάς βγαίνει από τον πόλεμο – και βγαίνει οριστικώς από τον πόλεμον, καθ’ ον τρόπον εβγήκαν όλαι σχεδόν αι χώραι της ηπειρωτικής Ευρώπης (…). Αυτό δεν το λέγομεν προς παρηγορίαν μας. Τα λέγομεν διά να τονίσωμεν τη βασικήν κατά τη γνώμην μας αλήθειαν που δεν πρέπει ποτέ να φεύγη από τα μάτια μας, ότι δηλαδή τα ελληνικά προβλήματα που εδημιουργήθησαν από της 27ης Απριλίου δεν ημπορούν να αντιμετωπισθούν παρά εις το πλαίσιο της Νέας Ευρωπαϊκής πραγματικότητος. Πρέπει να καταλάβουμε ότι εφεξής αποτελούμεν μέρος ενός εκτεταμένου ηπειρωτικού συνόλου του οποίου όλα τα τμήματα θα έχουν αναποφεύκτως κοινότητα κατευθύνσεων και προπαντός κοινότητα συμφερόντων, οικονομικών και άλλων. Αυτή η ηπειρωτική σύλληψις της υποστάσεώς μας πρέπει να αποτελέση το πλαίσιον μέσα εις το οποίον θα κινηθούμε. Η τύχη μας είναι εφεξής αρρήκτως συνδεδεμένη προς την τύχη της γηραιάς Ηπείρου της οποίας αποτελούμεν τη νοτιοανατολικήν εσχατιάν».
Αντίστοιχο και το μήνυμα της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»:
«Ο αθηναϊκός λαός αντιμετωπίζει τα γεγονότα με σταθεράν πεποίθησιν ότι όλα βαίνουν προς το καλύτερον, ότι λήξαντος του πολέμου, διά την Ελλάδα τουλάχιστον, ανοίγεται η περίοδος της ειρήνης και της εντός των πλαισίων της ειρήνης αυτής παραγωγικής δραστηριότητος. Η θέλησις των Ελλήνων, όπως εντός του ειρηνικού πλαισίου, το οποίο εξασφαλίζει εις αυτούς ο τερματισμός του πολέμου, αναπτύξουν όλας των τας ικανότητας και όλας των τας πρωτοβουλίας, θα δώση ασφαλώς αφορμήν διά να εκδηλωθούν όλαι εκείναι αι κεκρυμμέναι αρεταί της φυλής μας, αι οποίαι είτε εξ αδιαφορίας, είτε εξ αισθημάτων ηλαττωμένης αλληλεγγύης δεν είχον ανέλθει εις την επιφάνειαν τους τελευταίους καιρούς. Αι γερμανικαί αρχαί εμφορούμεναι από τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού, τας αρετάς και τα προτερήματα του οποίου δεν ήργησαν να γνωρίσουν, θα τον συντρέξουν -περί τούτου δεν υπάρχει αμφιβολία- εις πάσαν θετικήν και οικοδομητικήν του προσπάθειαν».
Κόντρα στα κηρύγματα της υποταγής, στην προπαγάνδα της συνθηκολόγησης που διατεινόταν ότι η κατοχή σήμαινε το… τέλος του πολέμου και ότι οι Γερμανοί κατακτητές εμφορούντο από «τας φιλικωτέρας των διαθέσεων απέναντι του ελληνικού πληθυσμού», ο λαός μας ακολούθησε τον άλλο δρόμο...
ΕΣΔΟΓΕ: Ανακοίνωση για την επέτειο εισόδου της Βέρμαχτ στην ανοχύρωτη Αθήνα
Στις 27 Απριλίου 1941, με την είσοδο της Βέρμαχτ στην ανοχύρωτη Αθήνα ξεκινά η μακρά νύχτα της Κατοχής, που κράτησε τριάμισι ολόκληρα χρόνια και υπήρξε από τις σκληρότερες στην κατεχόμενη Ευρώπη. Ογδόντα χρόνια μετά, η Ο.Δ. της Γερμανίας όχι μόνο αρνείται να αναγνωρίσει και να πληρώσει τις οφειλές της στην Ελλάδα για τα ανείπωτα δεινά που της προξένησε, αλλά επιχειρεί, με ανάρμοστες μεθοδεύσεις, την αναθεώρηση της Ιστορίας.
Από τις πρώτες, κιόλας, μέρες της Κατοχής η ναζιστική Γερμανία βρήκε απέναντί της τον ελληνικό λαό: από τους έρημους δρόμους με τα κατάκλειστα σπίτια της ανοχύρωτης Αθήνας έως τη θυσία του μαθητή Μάθιου Πόταγα. Και από τον παλλαϊκό ξεσηκωμό της Μάχης της Κρήτης έως το κατέβασμα, από τους πρωτοετείς φοιτητές Λάκη Σάντα και Μανώλη Γλέζο, της ναζιστικής σημαίας από την Ακρόπολη. Στην κοιτίδα της Δημοκρατίας γεννήθηκε και η λαϊκή Εθνική και Ευρωπαϊκή Αντίσταση, που συνέβαλε τα μέγιστα στη συντριβή του ναζισμού-φασισμού.
Παρά τα ολοκαυτώματα, τις σφαγές, τη βία και τρομοκρατία χωρίς όρια, ο ελληνικός λαός στη μεγάλη του πλειοψηφία δεν έσκυψε το κεφάλι. Στην πόλη και στο βουνό πήρε την υπόθεση στα χέρια του: οργανώνοντας συσσίτια, δίκτυα αλληλεγγύης και μεγαλειώδεις αντικατοχικές διαδηλώσεις. Γράφοντας συνθήματα στους τοίχους. Εκδίδοντας και διανέμοντας προκηρύξεις κάτω από τη μύτη των βάρβαρων κατακτητών. Προχωρώντας σε παράτολμα σαμποτάζ ή και σε ανοικτή ένοπλη σύγκρουση με τα κατοχικά στρατεύματα και τα σώματα ασφαλείας της δωσιλογικής κυβέρνησης. Αλλά και με την παθητική Αντίσταση, την ανυπακοή απέναντι στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους ο ελληνικός λαός αντιστάθηκε με νύχια και δόντια στον φασισμό. Κορυφαία πράξη της Εθνικής Αντίστασης υπήρξε η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου στις 25 Νοεμβρίου 1942 από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, αλλά ο κατάλογος των ηρωικών πράξεων δεν έχει τέλος.
Η Εθνική μας Αντίσταση, με πρωταγωνιστή το ΕΑΜ, είχε μεγάλα επιτεύγματα, που την καθιστούν από τις σημαντικότερες στην Ευρώπη: καθήλωσε δεκάδες χιλιάδες στρατιωτών του Άξονα στην Ελλάδα κι έπληξε καίρια τη δυνατότητα ανεφοδιασμού του. Δεν επέτρεψε τη στρατολόγηση, από το Γ΄ Ράιχ και τους συνεργάτες του Ελλήνων εθελοντών στο Ανατολικό Μέτωπο. Ματαίωσε την πολιτική επιστράτευση, σώζοντας έτσι από τα ναζιστικά κάτεργα τους νέους μας. Αποσόβησε την επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής στην Κεντρική Μακεδονία. Δημιούργησε το θαύμα της Ελεύθερης Ελλάδας στο 40% της έκτασης της ελληνικής επικράτειας, με δημοκρατικούς θεσμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, λαϊκής δικαιοσύνης, συμμετοχικής οικονομίας και ελεύθερες εκλογές με δικαίωμα ψήφου και των γυναικών.
Για την Αντίστασή της στον ναζισμό – φασισμό, η Ελλάδα πλήρωσε βαρύτατο φόρο αίματος: εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί από την πείνα και τις ασθένειες, τις μαζικές δολοφονίες, τις εκτοπίσεις, τα καταναγκαστικά έργα, τα βασανιστήρια, την εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας. Και, παράλληλα, είδε τις κατοχικές δυνάμεις, με προεξάρχουσα τη ναζιστική Γερμανία, να καταστρέφουν μεθοδικά τις παραγωγικές και κοινωνικές υποδομές, να απομυζούν τον πλούτο της χώρας, να κλέβουν και να λεηλατούν τους αρχαιολογικούς και πολιτιστικούς μας θησαυρούς.
Ογδόντα χρόνια μετά τη γερμανική εισβολή και εβδομήντα έξι χρόνια μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ο.Δ. της Γερμανίας επιμένει να αρνείται, καταπατώντας κάθε έννοια Δικαίου και Ηθικής, την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της. Δεν μας προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη η προσπάθεια της γερμανικής κυβέρνησης να συκοφαντήσει την Εθνική μας Αντίσταση, ό,τι πιο σπουδαίο έχει να παρουσιάσει η ελληνική ιστορία μετά την Επανάσταση του 1821. Επιχειρεί, συνειδητά και χωρίς αιδώ, την παραχάραξη της Ιστορίας για να αποδομήσει τη νομιμοποιητική βάση των ελληνικών αξιώσεων. Εκμαυλίζει συνειδήσεις για να κάμψει το κίνημα διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών.
Ματαιοπονούν! Σε πείσμα της αδιαλλαξίας και των ανιστόρητων μεθοδεύσεων της γερμανικής κυβέρνησης ο αγώνας για Δικαιοσύνη κι Αποζημίωση κλιμακώνεται σε όλη την Ελλάδα αλλά επεκτείνεται και στη Γερμανία! Η πρόσφατη συζήτηση στην Ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας και τα ψηφίσματα που κατατέθηκαν από το Die Linke και τους Πράσινους αποτελεί μία ακόμη απόδειξη ότι το θέμα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών δεν έχει κλείσει! Οι ελληνικές αξιώσεις παραμένουν «νομικώς ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες» και σημαία του λαού μας.
Η γερμανική κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι το ζήτημα των γερμανικών οφειλών δεν μπορεί να κλείσει μονομερώς. Η επίμονη άρνησή της να αναλάβει την ιστορική της ευθύνη για τα εγκλήματα του Γ΄ Ράιχ στην Ελλάδα θα συνεχίσει να δηλητηριάζει τις σχέσεις των δύο χωρών. Δεν ταιριάζει σε μία δημοκρατική χώρα η αλαζονική και υβριστική συμπεριφορά, που δείχνει η ΟΔΓ απέναντι στην Ελλάδα.
Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να υλοποιήσει, χωρίς άλλη καθυστέρηση, την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων της 17ης Απριλίου 2019, προβαίνοντας σε όλες τις άλλες απαιτούμενες, πολιτικά και νομικά-δικαστικά, ενέργειες για την αποτελεσματική διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών. Επιτέλους, ας αντιληφθεί ότι η αναβλητικότητα και ο δισταγμός εκλαμβάνεται ως αδυναμία. Σε κάθε περίπτωση οφείλει να αποσυρθεί από κάθε μορφής συμμετοχή και διευκόλυνση στις μεθοδεύσεις της γερμανικής κυβέρνησης («Ελληνογερμανική Συνέλευση», «Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον», «Ελληνογερμανικό ίδρυμα Νεολαίας», πρόγραμμα «MOG / Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα», κ.ά.).
Επαναλαμβάνουμε, για μία ακόμη φορά, ότι επιθυμούμε και αγωνιζόμαστε για την ειρήνη, φιλία και συνεργασία με τον γερμανικό λαό –όπως και με κάθε λαό. Φιλία και συνεργασία, όμως, πραγματική και αμοιβαία, που μπορεί να εδραιωθεί μόνο στα στέρεα θεμέλια της Μνήμης, της Ισότητας και της Δικαιοσύνης.
Συνεχίζουμε τον αγώνα για τα δίκαια της πατρίδας και του λαού μας με σθένος, ενότητα κι αποφασιστικότητα! Αξιώνουμε την απόδοση των γερμανικών οφειλών: των αποζημιώσεων στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, των επανορθώσεων για την αρπαγή του πλούτου και την καταστροφή της χώρας, την επιστροφή του κατοχικού δανείου και τον επαναπατρισμό των κλαπέντων και λεηλατηθέντων αντικειμένων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται! Η Ιστορία δεν παραχαράσσεται! Η Δικαιοσύνη στο τέλος θα θριαμβεύσει! Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, έναν και πλέον αιώνα μετά την διάπραξή της από το τουρκικό κράτος, μας δείχνει το δρόμο του ανυποχώρητου αγώνα για Μνήμη και Δικαιοσύνη! Διότι τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας επαναλαμβάνονται όταν δεν υπάρχει τιμωρία των θυτών και δικαίωση, υλική και ηθική, των θυμάτων!